Μετά το τέλος του χωριού, στο δρόμο προς την Άρτα, αμέσως μόλις περάσουμε το στενό γεφύρι, ανηφορίζουμε το χωματόδρομο στο δεξιό μέρος του δρόμου. Η διαδρομή είναι πνιγμένη στο πράσινο, πλούσια σε εικόνες και εναλλαγές.
Σ’ ένα εκπληκτικό φυσικό τοπίο με σπάνια γαλήνη και ηρεμία βρίσκεται το ιστορικό μοναστήρι, που στέκεται στην ανατολική άκρη ενός καταπράσινου πλατώματος με καρυδιές και δάφνες, καθαγιάζοντας το χώρο.
Το πλάτωμα περιβάλλει πυκνή και ψηλή βλάστηση, που δημιουργεί ένα φυσικό τείχος αδιαπέραστο. Εδώ τα εγκόσμια φαντάζουν τόσο απόμακρα και το Θείο τόσο κοντά.
Το κτιριακό συγκρότημα της μονής χτίστηκε γύρω στο 1700 και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του φιλοξένησε, σύμφωνα με την παράδοση, λόγιους μοναχούς και σχολή φιλοσόφων. Σήμερα σώζεται ο κεντρικός ναός, που αποτελούσε το καθολικό της μονής. Από τα κελιά, το μαντρότοιχο και την κεντρική είσοδο σώζονται μόνο ερείπια. Δίπλα από το ναό χτίστηκε, τα τελευταία χρόνια, μικρό κτίσμα για να καλύπτει τις ανάγκες των εκκλησιαστικών λειτουργών, αλλά και των προσκυνητών που συρρέουν εδώ στις γιορτές του Ευαγγελισμού και της Ζωοδόχου Πηγής, που γιορτάζει το μοναστήρι.
Ο ναός είναι λιτός, με μικρές διαστάσεις και δεν εντυπωσιάζει εξωτερικά με την αρχιτεκτονική γραμμή του. Έχει μήκος 10 μ., πλάτος 5 μ. και ύψος 4 μ.. Είναι πέτρινο κτίσμα, με κεραμιδένια στέγη, που αντικατέστησε την αρχική, που ήταν από σχιστόπλακες.
Εσωτερικά ο ναός έχει μικρό νάρθηκα, κυρίως ναό και ιερό βήμα, που χωρίζεται από το εξαιρετικό ξυλόγλυπτο και επίχρυσο τέμπλο. Τη μελαγχολία που φέρνει το λιγοστό φως που τρυπώνει μέσα από τα μικρά παράθυρα των τοίχων, τη διώχνει το τρεμουλιαστό φως του κεριού, που θα μας βοηθήσει να θαυμάσουμε τις εξαιρετικές τοιχογραφίες, παρ’ όλες τις φθορές που επέφερε ο χρόνος.
Όλες οι παραστάσεις αποκαλύπτουν το θείο μεγαλείο και εντυπωσιάζουν με την πλούσιες πτυχώσεις των ενδυμάτων, τη ζωηρή κίνηση των προσώπων και την άριστη πλαστικότητα των κτιρίων. Αντίθετα δεν υπάρχει χρωματική ποικιλία και η τονικότητα των χρωμάτων δεν είναι έντονη.
Απεικονίζουν μορφές αγίων και μαρτύρων με ιδιαίτερη κομψότητα στη φόρμα, σκηνές με θεϊκή δύναμη από τη ζωή του Χριστού και της Θεοτόκου, ιδιαίτερες εικόνες από τη δημιουργία του σύμπαντος και των πρωτοπλάστων, τη φοβερή Δευτέρα Παρουσία κλπ.
Σημαντικές είναι και οι επιγραφές που σώζονται. Σε μία απ’ αυτές πληροφορούμαστε ότι ο ναός εγκαινιάστηκε το 1704 και μία άλλη, περισσότερο εντυπωσιακή και μοναδική στα εκκλησιαστικά χρονικά, αποτελεί τη διαθήκη του ηγουμένου της μονής ο οποίος δίνει οδηγίες προς τους ιερείς και τους διακόνους να διατηρούν τους χώρους του ναού και του θυσιαστηρίου καθαρούς.
Το ιστορικό μοναστήρι της Ευαγγελίστριας στην εποχή της τουρκοκρατίας υπήρξε στήριγμα των υπόδουλων κατοίκων της περιοχής και σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς όλων των Κυψελιωτών.